Αναπτυξιακή Τρικάλων - ΚΕΝΑΚΑΠ Α.Ε. | Αναπτυξιακή Ανώνυμη Εταιρεία Ο.Τ.Α.
2432025370 kenakap@kenakap.gr

«ΔΙΚΤΥΟ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ – ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ

ΑΓΡΟΤΙΚΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ»

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ - ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ

 

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΜΑΔΑΣ ΕΡΓΟΥ

για το

 

«ΧΟΙΡΙΝΟ ΚΡΕΑΣ»

 

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Η Περιφέρεια Θεσσαλίας, εκτιμώντας θετικά την προσφορά του «ΔΙΚΤΥΟΥ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΚΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ» στην πληροφόρηση-ενημέρωση του πληθυσμού της Θεσσαλικής υπαίθρου, προχώρησε στην επανεργοποίηση και συνέχιση της λειτουργίας του ΔΙΚΤΥΟΥ με σκοπό την υλοποίηση των δράσεών του.

Η αναπτυξιακή εταιρεία Κέντρο Ανάπτυξης Καλαμπάκας – Πύλης Α.Ε. (ΚΕΝΑΚΑΠ ΑΕ) στα πλαίσια της σύμβασης με την Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης Ε.Π Θεσσαλίας ανέλαβε την υποστήριξη και τον συντονισμό της περιφερειακής Ομάδας Έργου για το θεσσαλικό Χοιρινό ποιότητας και την εκπόνηση της μελέτης με τίτλο: «ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΙΚΟΥ ΧΟΙΡΙΝΟΥ ΚΡΕΑΤΟΣ»

Η παρούσα ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ για το «ΧΟΙΡΙΝΟ ΚΡΕΑΣ»  συντάχθηκε στα πλαίσια της β’ φάσης του προγράμματος «ΔΙΚΤΥΟ πληροφόρησης - υποστήριξης του πληθυσμού της Θεσσαλικής υπαίθρου». Η ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ περιλαμβάνει και τα συμπεράσματα που προέκυψαν από διεργασίες κοινωνικής διαβούλευσης με φορείς που εμπλέκονται στον τομέα της παραγωγής, τυποποίησης, εμπορίας και διακίνησης του θεσσαλικού χοιρινού κρέατος.

Η δημιουργία του «Δικτύου Ομάδων Έργου Πληροφόρησης & Υποστήριξης του Πληθυσμού της Θεσσαλικής Υπαίθρου» βασίστηκε στην εφαρμογή πιλοτικού προγράμματος: «Δίκτυο πληροφόρησης - υποστήριξης του αγροτικού πληθυσμού Θεσσαλίας» που είχε διάρκεια ενός έτους (1/11/1999 έως 31/10/2000) και δραστηριοποιήθηκε στον τομέα της πληροφόρησης, εμψύχωσης και υποστήριξης του αγροτικού πληθυσμού Θεσσαλίας.

Από την πλευρά μας θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε όλους όσους συνέβαλλαν στην προσπάθεια αυτή και ιδιαίτερα εκ μέρους της Περιφέρειας Θεσσαλίας τον κ. Γεώργιο Εμμανουήλ, προϊστάμενο της Ειδικής Υπηρεσίας Διαχείρισης (ΕΥΔ) του Γ΄ΠΕΠ Θεσσαλίας, τον κ. Γαλάρα Χρήστο, στέλεχος της Β΄ Μονάδας της ΕΥΔ Γ΄ΠΕΠ Θεσσαλίας, τον περιφερειακό συντονιστή του πιλοτικού προγ/τος κ. Τσίπη Κυριάκο, στέλεχος της Δομή Στήριξης της Θεσσαλίας «ΘΕΣΣΑΛΙΑ-Περιφερειακή Εταιρεία Αγροτικής Ανάπτυξης» και τέλος τον κ. Γεωργίου Απόστολο, συντονιστή της Ομάδας Έργου εκ μέρους του ΚΕΝΑΚΑΠ ΑΕ. Ιδιαίτερες ευχαριστίες εκφράζουμε επίσης στα ακόλουθα μέλη της Περιφερειακής Ομάδας Έργου για το Χοιρινό Κρέας για την εθελοντική συνεισφορά τους στην σύνταξη της παρούσας Έκθεσης :

·         ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ - Επιστημονικός Υπεύθυνος Ομάδας Έργου - ΙΝΚΑ Θεσσαλίας (Κτηνίατρος)

·         ΒΑΤΖΙΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ - Επιστημονικός Υπεύθυνος Ομάδας Έργου - Επ. Καθηγητής - ΤΕΙ Ηπείρου

·         ΠΑΠΑΔΟΥΛΗΣ Γεώργιος - Μέλος Ομάδας Έργου - Δ/νση Αγρ. Ανάπτυξης Λάρισας

·         ΤΟΛΙΑΣ Βασίλειος - Μέλος Ομάδας Έργου - Σύλλογος Χοιροτρόφων Ν. Τρικάλων

·         ΠΑΤΣΙΑΣ Ευθύμιος - Μέλος Ομάδας Έργου - Συνεταιρισμός Χοιροτρόφων Ν. Τρικάλων

·         ΜΟΥΡΓΕΛΑΣ Χαράλαμπος - Μέλος Ομάδας Έργου - Φίλοι της Γής - Τρικάλων

·         ΣΟΥΛΙΩΤΗΣ Χρήστος - - Μέλος Ομάδας Έργου - Σύνδεσμος Κρεοπωλών Λαρίσης

·         ΓΟΥΛΑΣ Παναγιώτης - Μέλος Ομάδας Έργου - Δρ. Κτηνίατρος - Καθηγητής ΤΕΙ Λάρισας

·         ΔΙΔΑΓΓΕΛΟΣ Γεώργιος - Μέλος Ομάδας Έργου - Σφαγεία ΙΑΣΩΝ ΑΕ

·         ΑΡΚΟΥΔΑΣ Γεώργιος - Μέλος Ομάδας Έργου - Πανθεσσαλικός Σύλλογος Χοιροτρόφων

·         ΠΑΠΑΣΑΒΒΑΣ Μιχαήλ - Μέλος Ομάδας Έργου - Κτηνιατρικό Εργαστήριο Λάρισας

·         ΚΟΝΤΟΠΟΥΛΟΥ Μαρία - Μέλος Ομάδας Έργου - Κτηνιατρικό Εργαστήριο Λάρισας

·         ΝΤΙΝΟΥ Γεωργία - Μέλος Ομάδας Έργου - Γεωπόνος Δήμου Βασιλικής

 

ΑΝΑΛΥΣΗ ΥΠΑΡΧΟΥΣΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ - ΤΕΧΝΙΚΗ SCOP

     (ΔΟΜΗ – ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΚΑΙ ΑΠΟΔΟΣΗ ΑΓΟΡΑΣ)

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ - ΖΗΤΗΣΗ

          Η παγκόσμια αγορά και η αγορά στην ΕΕ

Η παγκόσμια παραγωγή χοιρινού κρέατος υπολογίζεται περί τους 78 εκατομμύρια τόνους παγκόσμια. Η Κίνα παράγει το 50% της παγκόσμιας παραγωγής χωρίς να διεκδικεί ισχυρή θέση στην παγκόσμια αγορά χοιρινού κρέατος. (USDA, Statistics Canada. DatabaseSelectionCodeTABPIGRO). HE.E. είναι η πρώτη εξαγωγική δύναμη σε χοιρινό κρέας παγκόσμια και ακολουθούν οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Ταϊβάν.

Η ελληνική αγορά  

Στην Ελλάδα το χοιρινό κρέας έρχεται πρώτο σε ζήτηση και διεκδικεί ποσοστό κατανάλωσης 29% σε σχέση με το σύνολο του καταναλισκόμενου κρέατος. Η ετήσια παραγωγή στην Ελλάδα κυμαίνεται στους 140.000 τόνους χοιρινού κρέατος περίπου, ενώ οι συνολικές εισαγωγές χοιρινού κρέατος φθάνουν τους 130.000 τόνους περίπου, δηλ. η χώρα είναι ελλειμματική σε Χοιρινό κρέας, αφού εισάγει τα 1/2 των ετήσιων αναγκών της. (στοιχεία της κλαδικής μελέτης της ICAP ‘’Κρέας’’-1998).

Βασική χώρα προέλευσης του εισαγόμενου χοιρινού κρέατος είναι η Ολλανδία από την οποία εισάγεται το 70 % περίπου των συνολικά εισαγόμενων ποσοτήτων. 

          Εποχικότητα – Κυκλικότητα προσφοράς

Οι σφαγές των χοίρων στην Ελλάδα και την Θεσσαλία παρουσιάζουν μια σταθερότητα καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Μια μικρή αύξηση της ζήτησης σε χοιρινό κρέας που παρατηρείται από τον Ιούλιο έως τον Ιανουάριο αποδίδεται κυρίως στον εσωτερικό και εξωτερικό τουρισμό ο οποίος παρουσιάζεται αυξημένος αυτή την περίοδο.  

Δίκτυα διανομής στην Περιφέρεια Θεσσαλίας  

Στην Περιφέρεια Θεσσαλίας επικρατούν 3 μοντέλα εμπορίας & διανομής χοιρινού κρέατος:

α. Εισαγωγή νωπού κρέατος από το εξωτερικό – προώθηση σε δίκτυα διανομής λιανοπωλητών (κρεοπωλεία)

β. Συλλογή ντόπιων ζώων -  σφαγή – προώθηση σε δίκτυα διανομής λιανοπωλητών (κρεοπωλεία)

γ. Άμεση προώθηση από τούς Θεσσαλούς εκτροφείς/παραγωγούς της δικιάς τους παραγωγής σε δίκτυα διανομής λιανοπωλητών (κρεοπωλεία)

Εκτός των ανωτέρω αναφερομένων δικτύων διανομής χοιρινού κρέατος, ένα νέο δίκτυο διανομής με συνεχώς αυξανόμενες ποσότητες διακίνησης & πώλησης κρέατος αποτελούν πλέον τα πολυκαταστήματα (supermarkets) τα οποία κάνουν ως επί το πλείστον  εισαγωγές κρέατος για λογαριασμό τους.

Στη Περιφέρεια Θεσσαλίας δεν υπάρχει κεντρική αγορά κρέατος όπως στην Αθήνα και  τη Θεσσαλονίκη όπου ένα μέρος του κρέατος διακινείται μέσω των κεντρικών αγορών.

 

ΠΑΡΑΓΩΓΗ – ΠΡΟΣΦΟΡΑ

Κατάταξη

Σύμφωνα με τον ΠΔ 410/94 το οποίο αναφέρεται στη σφράγιση των σφάγιων χοιρινού κρέατος στα σφαγεία, το χοιρινό κρέας χωρίζεται σε δύο κατηγορίες:

α) χοιρινό κρέας που προέρχεται από χοιρίδια γάλακτος (χοιρίδιο που θηλάζει) τα οποία κυκλοφορούν στην αγορά μόνο τα Χριστούγεννα,

β) χοιρινό κρέας παχυνόμενων χοίρων, κάπρων και συών

          Ανάλογα με τη διαδικασία σφαγής τα σφάγια κατατάσσονται στους εξής τύπους:

α) τύπος γδαρτού

β) τύπος μαδιτού

Διατηρησιμότητα – ωρίμανση χοιρινού κρέατος

Ο χρόνος συντήρησης του ψυγμένου χοιρινού κρέατος υπολογίζεται περίπου στις 7 ημέρες για τα ημιμόρια των χοίρων και 2 έως 3 ημέρες για τα τεμάχια κρέατος των χοίρων, με την προϋπόθεση ότι τηρήθηκαν οι παραπάνω συνθήκες συντήρησης.

Αριθμός – Μέγεθος χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων στην Περιφέρεια Θεσσαλίας

          Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΣΥΕ , το 1991, καταγράφηκαν συνολικά 32.296 εκμεταλλεύσεις ενώ εκτράφηκαν 975.848 χοιροειδή σε εθνικό επίπεδο. Στην Περιφέρεια Θεσσαλίας σύμφωνα με τον ακόλουθο πίνακα 1. υφίστανται 4.959 εκμεταλλεύσεις με ποσοστό 15,35% επί του συνόλου και 124.596 χοιροειδή  με ποσοστό 12,77% του συνόλου.

Πίνακας 1: Εκμεταλλεύσεις και αριθμός ζώων (χοριοειδών) κατά γεωγραφικό διαμέρισμα 

ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟ

ΧΟΙΡΟΕΙΔΗ

ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ

Εκμεταλλεύσεις

Αριθμός Ζώων

Σύνολο Ελλάδας

32.296

975.848

Περιφέρεια Πρωτευούσης

23

39.166

Λοιπή Στερεά Ελλάς και Εύβοια

5.937

287.902

Πελοπόννησος

5.548

83.351

Ιόνιοι Νήσοι

427

6.940

Ήπειρος

882

122.520

Θεσσαλία

4.959

124.596

Μακεδονία

6.590

167.701

Θράκη

1.636

20.838

Νήσοι Αιγαίου

4.077

63.423

Κρήτη

2.217

59.411

Πηγή: ΕΣΥΕ- Απογραφή Γεωργίας - Κτηνοτροφίας 1991.

         

 Σύμφωνα με την ίδια πηγή και όπως προκύπτει από τον παρακάτω πίνακα 2. διαπιστώνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής χοιροτροφικής παραγωγής παράγεται στους νομούς Εύβοιας, Τρικάλων, Αιτωλοακαρνανίας και Πρέβεζας.

 

Πίνακας 2: Οι 10 νομοί με τη μεγαλύτερη χοιροτροφική παραγωγή στην Ελλάδα

 

ΝΟΜΟΣ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΚΤΡΕΦΟΜΕΝΩΝ ΣΥΩΝ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΧΟΙΡΟΤΡΟΦΙΚΩΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΩΝ

Εύβοιας

18.731

58

Τρικάλων

9.569

110

Αιτωλοαρκανανίας

8.035

41

Πρέβεζας

7.990

40

Λάρισας

7.622

50

Άρτας

5.860

42

Βοιωτίας

5.795

25

Αττικής

5.720

33

Κορινθίας

4.905

23

Πιερίας

4.145

28

 (Υπουργείο Γεωργίας,1997)

Σύμφωνα με την ίδια πηγή (πίνακα 3.), το 1997 παρήχθησαν 144.039 τόνοι χοιρινού κρέατος σε επίπεδο χώρας, εκ των οποίων οι 17.851 τόνοι στη Θεσσαλία δηλαδή ποσοστό 12,4%.

Πίνακας 3: Παραγωγή χοιρινού κρέατος ανά περιφέρεια (σε τόνους)

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ

1990

1992

1994

1996

1997

Αν.Μακεδ./Θράκη

12.074

12.364

12.182

12.213

12.308

Κεντρ. Μακεδονία

21.513

22.540

21.277

23.823

24.074

Δυτ. Μακεδονία

4.643

3.908

3.380

2.945

2.758

Ήπειρος

11.559

18.845

19.121

21.045

21.227

Θεσσαλία

23.737

20.909

18.983

17.297

17.851

Ιόνιοι Νήσοι

1.588

1.126

838

713

605

Δυτική Ελλάδα

11.582

12.614

13.430

14.182

15.515

Στερεά Ελλάδα

27.164

29.671

26.311

25.599

27.486

Αττική

7.702

6.648

6.198

6.197

5.017

Πελοπόννησος

13.657

13.734

10.759

9.895

10.025

Βόρειο Αιγαίο

304

221

207

167

108

Νότιο Αιγαίο

4.027

3.856

4.111

2.970

2.370

Κρήτη

7.414

6.671

5.658

4.677

4.803

ΣΥΝΟΛΟ ΧΩΡΑΣ

146.967

153.107

142.455

141.722

144.039

Πηγή: Υπουργείο Γεωργίας

Όσον αφορά τις εξαγωγές ζώντων ζώων, αυτές είναι αμελητέες. Οι εισαγωγές ζώντων χοιροειδών - σύμφωνα με τα στοιχεία του εξωτερικού εμπορίου της ΕΣΥΕ – το 1996 διαμορφώνονται σε 22.731 χοιροειδή (αναπαραγωγής και λοιπά).

Παράλληλα με τις προαναφερόμενες εισαγωγές, το Κρέας των χοιροειδών είναι η δεύτερη (μετά το βόειο) σημαντικότερη κατηγορία εισαγόμενου κρέατος, το μερίδιο του οποίου ανήλθε σε 68.051 τόνους ήτοι 32,94% επί του συνόλου του εισαγόμενου κρέατος το έτος 1996, ενώ οι εξαγωγές κρέατος ανήλθαν σε 780 τόνους κατέχοντας μερίδιο 8,9% στο σύνολο των εξαγομένων ποσοτήτων κρέατος (Πηγή : Icap, Κλαδική μελέτη κρέατος).

Όσον αφορά στην κατανάλωση χοιρινού κρέατος, σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Γεωργίας, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις ποσότητες κρέατος που καταναλώθηκαν κατά την εξαετία 1991-97 η ετήσια κατανάλωση κατά μέσον όρο ήταν 242.531 τόνοι χοιρινού κρέατος ήτοι το 30% της συνολικής εγχώριας κατανάλωσης κρέατος ενώ η εγχώρια ιδιωτική κατανάλωση χοιρινών προϊόντων έφτασε τα 8.743.000.000 δρχ. 

Σημαντικές είναι οι ενέργειες που αναλήφθηκαν από την Ε.Ε και το Υπουργείο Γεωργίας για την στήριξη του κλάδου, με τη μορφή της ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας. Ο αναπτυξιακός νόμος 1892/90-2601/97, ο Κανονισμός 866/90 (και μετέπειτα Κ.951/97) «περί βελτίωσης των συνθηκών μεταποίησης και εμπορίας γεωργικών προϊόντων» καθώς και στα πλαίσια του Γ΄ΚΠΣ ενισχύσεις σύμγωνα με το Καν.1257/99 του Συμβουλίου.

Η παραγωγή χοιρινού κρέατος στην Περιφέρεια Θεσσαλίας

Περαιτέρω επιχειρείται να γίνει μια εκτιμητική προσέγγιση της συνολικής ποσότητας χοιρινού κρέατος που παράγεται στο σύνολο των μονάδων της Περιφέρειας Θεσσαλίας (μεθοδολογία υπολογισμών: κος Χαραλαμπίδης Χριστόδουλος) :

Παραγόμενο χοιρινό κρέας - αριθμός συών 21.270 (στοιχεία Υπ. Γεωργίας)

21.270 χοιρομητέρες Χ 21 χοιρίδια (μέσος αριθμός γεννηθέντων χοιριδίων) à 466.670 χοιρίδια

Λαμβάνοντας υπόψη ότι από κάθε χοιρίδιο παράγονται 55 κιλά κρέας περίπου, έχουμε:

 466.670 χοιρίδια Χ 55 à 25.667 τόνοι χοιρινού κρέατος παράγεται στη Θεσσαλία.

Συλλογική οργάνωση παραγωγικών φορέων Περιφέρειας Θεσσαλίας

Στην περιφέρεια Θεσσαλίας οι συλλογικές οργανώσεις παραγωγικών φορέων που υπάρχουν είναι: ο Πανθεσσαλικός Σύλλογος Χοιροτρόφων και ο Σύλλογος Χοιροτρόφων ν. Τρικάλων.

Συλλογικές οργανώσεις οικονομικού ενδιαφέροντος (ομάδες παραγωγών, συν/κές ή μη επιχειρήσεις, κλπ.) των χοιροτρόφων δεν υπάρχουν στη Θεσσαλία. Εκτιμάται πάντως ότι το σύνολο σχεδόν των χοιροτρόφων εντάσσεται στους γενικούς Συνεταιρισμούς των περιοχών τους και στις Ενώσεις Συνεταιρισμών των νομών τους.

Σύμφωνα με τα παραπάνω, το επίπεδο της συλλογικής οργάνωσης των χοιροτρόφων της περιφέρειας Θεσσαλίας κρίνεται τουλάχιστον ανεπαρκές και δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις και προκλήσεις του σύγχρονου οικονομικού και κοινωνικού περιβάλλοντος.

 

ΔΟΜΗ – ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΑΓΟΡΑΣ

Κατανάλωση – Βαθμός αυτάρκειας

Η μέση κατανάλωση χοιρινού κρέατος ανά κάτοικο από 3.5 κιλά που ήταν το 1960 έφτασε τα 18.83 κιλά το 1981 και τα 20.48 κιλά το 1991 (στοιχεία Υπ. Γεωργίας). 

Οι προοπτικές για την χοιροτροφία τόσο στα 15 μέλη όσο και στα νέα μέλη της Κοινότητας δείχνουν την αύξηση της κατά άτομο κατανάλωσης χοιρείου κρέατος μέχρι το 2008 (Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη Γεωργία - European Commission Directorate General for Agriculture, 2001). Η κατά κεφαλή κατανάλωση από 43 Kg που είναι σήμερα θα ξεπεράσει τα 46 Kg το 2008.

Ο βαθμός αυτάρκειας του χοιρείου κρέατος στην Ελληνική αγορά έπεφτε δραματικά (από 97,6% το 1976 σε 84% το 1981, 69,4% το 1986 και σε 68,9% το 1990, στοιχεία Υπ. Γεωργίας). Σύμφωνα με τη Eurostat (2001) η παραγωγή χοίρειου κρέατος παραμένει σε σταθερά επίπεδα την τελευταία πενταετία (141.000 – 143.000 τόνους) ενώ η μέση κατανάλωση χοίρειου κρέατος ανά Έλληνα αυξήθηκε πάνω από 20% (από 23 Kg το 1996 σε 28 Kg το 2000). Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την περαιτέρω μείωση του βαθμού αυτάρκειας για την εγχώρια κατανάλωση που πέφτει συνεχώς από το 1998 (ICAP), κάτω από το 50%. Επόμενο αυτής της μείωσης είναι η αθρόα εισαγωγή χοιρείου κρέατος τόσο απο την Ε.Ε. όσο και από χώρες της Διεύρυνσης που το 2000 σύμφωνα με στοιχεία της ICAP άγγιξε τους 140.000 τόνους, όσο δηλαδή και η εγχώρια παραγωγή.

Ανταγωνιστικότητα

          Οι βασικοί παράγοντες που επηρεάζουν την ελληνική χοιροτροφία με συνέπεια την μείωση της ανταγωνιστικότητας της τιμής του χοιρινού κρέατος στην εγχώρια και στην ξένη αγορά, είναι οι εξής:

·         ανεπάρκεια υποδομής και τεχνικού εξοπλισμού των μονάδων

·         κακή οργάνωση - διαχείριση των μονάδων

·         ελλιπής υγειονομική υποστήριξη με αποτέλεσμα την αυξημένη θνησιμότητα και την μειωμένη γονιμότητα,

·         έλλειψη ελέγχου του δικτύου παραγωγής και διανομής ζωοτροφών,

·         έλλειψη συστήματος διαπίστευσης και προώθησης ποιότητας του χοιρινού κρέατος,

Με βάση τα παραπάνω φαίνεται ότι η ελληνική χοιροτροφία δεν μπορεί να εκμεταλλευτεί έναντι του ανταγωνισμού το κύριο συγκριτικό πλεονέκτημα της, που έγκειται στην ταυτότητα και στην καλύτερη (κατά ομολογία του έλληνα καταναλωτή) ποιότητα του ελληνικού προϊόντος.

          Διαφοροποίηση προϊόντος

Η έλλειψη τυποποίησης και σήμανσης του χοιρινού κρέατος καθιστούν αδύνατη την διαφοροποίηση του προϊόντος, παρόλο που οι έλληνες καταναλωτές προτιμούν το εγχώριο προϊόν, λόγω των προβλημάτων που παρουσιάσθηκαν στην Ευρώπη (κρίση διοξινών, ζωοτροφές, κ.α.). Ο έλληνας καταναλωτής προτιμά τα εγχώρια προϊόντα για λόγους ποιότητας και εμπιστοσύνης (εξάλλου σε όλες τις χώρες επικρατεί η τάση κατανάλωσης ντόπιων τροφών).

 

Η ισχυρή τάση και προτίμηση του ελληνικού καταναλωτικού κοινού για την κατανάλωση της εγχώριας παραγωγής χοιρινού κρέατος πρέπει να ενισχυθεί. Η ενίσχυση αυτή εστιάζεται στην αξιόπιστη διαβεβαίωση των καταναλωτών για την προέλευση του χοιρινού κρέατος, για τα στοιχεία παραγωγής και για τα χαρακτηριστικά του τελικού προϊόντος.

          Στον τομέα της ποιότητας μπορεί κυρίως να εκφρασθεί η δυναμική του κλάδου στη χώρα μας. Προς αυτήν την κατεύθυνση πρέπει να εξασφαλισθεί η ποιότητα.

Ο AGROCERT, ο Οργανισμός Πιστοποίησης & Επίβλεψης Γεωργικών Προϊόντων του Υπουργείου Γεωργίας ως εθνική αρχή τυποποίησης και πιστοποίησης στο τομέα των αγροτικών προϊόντων ανταποκρινόμενος στο διαχρονικό αίτημα των Ελλήνων χοιροτρόφων σε συνεργασία με τους επιστημονικούς και τους παραγωγικούς φορείς της χώρας εκπόνησε τα πρώτα προαιρετικά κλαδικά πρότυπα για την πιστοποίηση της ποιότητας του χοιρινού κρέατος και την ενίσχυσή του με την απονομή πιστοποιητικών και τη χορήγηση σήματος ποιότητας.

Με τα πρότυπα αυτά (AGRO 3-1, AGRO 3-2, AGRO 3-3 και AGRO 3-4) παρέχεται στις επιχειρήσεις του κλάδου η δυνατότητα ανάπτυξης ενός συστήματος διαχείρισης για τη διασφάλιση της ποιότητας ώστε κάθε "κρίκος" της παραγωγής να πιστοποιείται ξεχωριστά και το χοιρινό κρέας που παράγεται από όλα τα πιστοποιημένα στάδια να φέρει το σήμα ποιότητας.

Στόχος της όλης προσπάθειας είναι τα προϊόντα της ελληνικής χοιροτροφίας με το νέο σύστημα πιστοποίησης να αυξήσουν την προστιθέμενη αξία τους και να αποκτήσουν σημαντικό προβάδισμα στις αγορές υψηλού ανταγωνισμού κατακτώντας την εμπιστοσύνη των καταναλωτών.

Ισοζύγιο Παραγωγής - Κατανάλωσης χοιρινού κρέατος στην Ελλάδα

Από το 1970 και μετά διαπιστώνεται υπερδιπλασιασμός της κατά κεφαλήν κατανάλωσης χοιρινού κρέατος, ενώ η μεγάλη ανάπτυξη της χοιροτροφίας έλαβε χώρα την περίοδο 1970-1980 με αποτέλεσμα την αύξηση της παραγωγής χοιρινού κρέατος  το 1980-81 κατά 171% περίπου σε σχέση με το 1970.

Ανοδική εμφανίζεται η παραγωγή χοιρινού κρέατος την τριετία 1985-1987, ενώ αντίθετα πτωτική πορεία ακολουθεί το χρονικό διάστημα 1988-1990. Όσον  αφορά  τη διετία 1991-1992 η παραγωγή κυμάνθηκε σε επίπεδα λίγο πάνω από τους 150.000 τόνους, ενώ μεταξύ 140.000 και 147.000 τόνων κυμάνθηκε την τετραετία 1993-1996.

          Κατά την περίοδο 1985-1996 οι εισαγωγές χοιρινού κρέατος σχεδόν διπλασιάστηκαν ενώ αντίθετα οι εξαγωγές κυμάνθηκαν σε πολύ μικρά επίπεδα.

Όσον αφορά την ετήσια κατά κεφαλήν κατανάλωση χοιρινού κρέατος, από μόλις 6,3 κιλά ανά άτομο το 1970, έφθασε τα 25 κιλά περίπου το 1996, ενώ από το 1985 και μετά βρίσκεται σταθερά πάνω από τα 20 κιλά. Επίσης σημειώνεται ο συνεχώς μειούμενος βαθμός αυτάρκειας του κλάδου χοιρινού κρέατος, ο οποίος από 69,7% το 1985 έχει φθάσει στο 54,9% το 1996.

          Σφαγιοτεχνική υποδομή

Στη Περιφέρεια Θεσσαλίας, με τα νέα σφαγεία που κατασκευάζονται (στην πλειοψηφία τους Δημοτικά Σφαγεία επιδοτούμενα από τον Καν.866/90) και ακολουθούν την σχετική ευρωπαϊκή νομοθεσία, η σφαγειοτεχνική υποδομή εκτιμάται ικανοποιητική. Η μεταποιητική υποδομή τους, δηλαδή τεμαχιστήριο και συσκευαστήριο (τυποποίηση) κρέατος, καθώς και αλλαντοποιείο, κονσερβοποιείο και φούρνοι κατάψυξης, που είναι συνάρτηση με την διαπίστευση και την ταυτοποίηση του χοιρινού κρέατος, είναι ανύπαρκτη.  

 

ΑΠΟΔΟΣΗ ΑΓΟΡΑΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

            Ποιότητα προϊόντος

          Το Χοιρινό κρέας που παράγεται στον Θεσσαλικό χώρο –και στο οποίο κατά κοινή ομολογία του έλληνα καταναλωτή αποδίδονται επιπρόσθετες ποιοτικές ιδιότητες-  παρουσιάζει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά :

·         Τα σφάγια έχουν συνήθως βάρος 55 κιλά

·         Από πλευράς ποιοτικών χαρακτηριστικών του κρέατος, όπως χρώμα, συμπαγές, μαρμαρώδες, υφή, τρυφερότητα, ευχυμία, γεύση, άρωμα κλπ. το θεσσαλικό κρέας υπερτερεί καταφανώς στην γεύση και το άρωμα.

   

Η ποιότητα του θεσσαλικού κρέατος συγκριτικά με τα εισαγόμενα κρέατα διαφοροποιείται κυρίως :

·         από τον τρόπο εκτροφής: μικρές χοιροτροφικές μονάδες σε σχέση με τις βιομηχανίες κρέατος της βόρειας Ευρώπης

·         από την ύπαρξη άριστων κλιματολογικών συνθηκών

·         από την διατροφή με υγιεινές ζωοτροφές (80% περίπου δημητριακά)

·         από το γεγονός ότι πολλές χοιροτροφικές μονάδες αρχίζουν να εφαρμόζουν προγράμματα διατροφής τα οποία δεν περιέχουν ζωικές πρωτεΐνες ενώ ταυτόχρονα εξασφαλίζουν τη χρήση μη γενετικά τροποποιημένης σόγιας.

Έτσι το θεσσαλικό κρέας αποτελεί κυρίως ένα ασφαλές προϊόν. Η ασφάλεια μπορεί εύκολα να πιστοποιηθεί σ’ όλες τις διαδικασίες και φάσεις παραγωγής.      Φαίνεται όμως ότι το ντόπιο κρέας δεν απολαμβάνει ιδιαιτέρων τιμών στην αγορά παρά την ποιοτική διαφοροποίησή του.

Οι τιμές παραγωγού κυμαίνονται το τελευταίο εξάμηνο του 2003 στα 1,2 €/κιλό ΖΒ και 2,25-2,5 €/κιλό κρέας.

Μεταποιητές - Τυποποιητές - Έμποροι.

Από στοιχεία της κλαδικής μελέτης της ICAP ‘’Κρέας’’-1998, ο τομέας της επεξεργασίας – τυποποίησης – συσκευασίας κρέατος παρουσιάζει δυναμική ανάπτυξη στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια. Η ανάπτυξη αυτή ήταν επακόλουθο της δημιουργίας των λεγόμενων «υπεραγορών κρεάτων» καθώς και τμημάτων εμπορίας κρέατος εντός των supermarkets.

Είναι δύσκολο να γίνει προσέγγιση της κερδοφορίας αυτών των επιχειρήσεων, αναφέρουμε όμως την επισήμανση της κλαδικής μελέτης της ICAP ‘’Κρέας’’-1998, ότι η δραστηριότητα εμπερικλείει και σημαντικούς επιχειρηματικούς κινδύνους.

Στον τομέα της εμπορίας κρεάτων δραστηριοποιούνται αρκετές εταιρείες αλλά και υπερκαταστήματα που κάνουν εισαγωγές για λογαριασμό τους.

Για 42 μεγάλες εισαγωγικές εμπορικές επιχειρήσεις, από στοιχεία της  κλαδικής μελέτης της ICAP ‘’Κρέας’’-1998, οι 35 ήταν κερδοφόρες το 1997 και οι 7 ζημιογόνες.